Πριν καν κλείσει χρόνος από τη σύσταση της Διεπιστημονικής Ένωσης για την Υπεράσπιση της Δημοκρατίας και της Βιοηθικής (ΔΕΥΔΒ), η πολιτική πραγματικότητα μοιάζει να έχει υπερφαλαγγίσει τις αρχικές μας στοχεύσεις. Θυμίζουμε ότι η ΔΕΥΔΒ συστάθηκε τον Μάρτιο του 2021, ως πρωτοβουλία ορισμένων ανθρώπων με διαφορετικό πολιτικό παρελθόν, έργο ή δράση, οι οποίοι συναντήθηκαν και γνωρίστηκαν μέσ’ από τις κινητοποιήσεις της προηγούμενης χρονιάς ενάντια στις εφαρμοζόμενες υγειονομικές πολιτικές και στα δημόσια ψεύδη που αναπαράγονταν παντού προκειμένου να τις στηρίξουν. Ήταν —και είναι— μια κίνηση τύπου κοινωνίας-των-πολιτών που δημιουργήθηκε για έναν καθορισμένο σκοπό: να συμβάλει στη ματαίωση ορισμένων δημόσιων πολιτικών τις οποίες θεωρούσε επικίνδυνες για τις πολιτειακές ελευθερίες και τα κοινωνικά δικαιώματα όσο και για την ίδια τη ζωή, με κάθε διαθέσιμο (εντός στοιχειώδους νομιμότητας) μέσον. Ως τέτοια, δεν απαιτούσε ομοιογένεια των πεποιθήσεων επί παντός του επιστητού, ούτε παραίτηση των μελών της από άλλες, προσωπικές τους δραστηριότητες ή στρατεύσεις. Ανεξάρτητα από τις ιδιαίτερες αναλύσεις του καθενός μας για την κατάσταση, αναλύσεις όχι κατ’ ανάγκη ταυτόσημες, μίνιμουμ κοινό εφαλτήριο ήταν η υπεράσπιση των δημοκρατικών εγγυήσεων στο πλαίσιο της ίδιας τής αστικής δημοκρατίας (με ή χωρίς εισαγωγικά, οιαδήποτε περαιτέρω άποψη κι αν είχε κάποιος για την αστική «δημοκρατία»), όπως έχουν αποτυπωθεί σε ισχύουσες διεθνείς συμβάσεις, συνταγματικές πρόνοιες και εθνικές νομοθεσίες.
Τα μέσα που είχαμε διαθέσιμα για τους σκοπούς μας ήταν πρωτίστως δύο – με ένα ενδεχόμενο τρίτο σε εφεδρεία. Πρώτον, εργασία διαφώτισης: παραγωγή θεωρητικής σκέψης και νομικοπολιτικής επιχειρηματολογίας, διασπορά και αναμετάδοση της πληροφορίας και δημιουργία διαύλων επικοινωνίας ανάμεσα σε άτομα και συλλογικότητες που είναι στρατευμένα στον ίδιον σκοπό. Δεύτερον, νομική δράση: δικαστική πολιορκία των κυβερνητικών διαταγμάτων σε ποινικά και αστικά δικαστήρια, εθνικά και υπερεθνικά, σε κάθε δικαιοδοτική βαθμίδα. Παρ’ όλο που η ΔΕΥΔΒ δεν είχε τον χαρακτήρα ακτιβιστικής οργάνωσης, ως τρίτο —εφεδρικό— μέσον δράσης προέβλεπε τη μαχητική διαμαρτυρία στον δρόμο, σε αναπόφευκτη σύμπραξη με άλλες συλλογικότητες. Και αυτήν ακριβώς τη δυνατότητα ενεργοποιήσαμε στις 14 Ιουλίου 2021, την παραμονή της ψήφισης μέτρων υποχρεωτικού εμβολιασμού για τις πρώτες επαγγελματικές ομάδες και αποκλεισμού της μη εμβολιασμένης ομάδας του πληθυσμού από την πλειονότητα των δημόσιων χώρων. Η κάθοδός μας εκείνη στη διαμαρτυρία της Πλατείας Συντάγματος, την πρώτη μαζική κινητοποίηση που είχε ρητό στόχο τα υγειονομικά μέτρα στην Ελλάδα, σε συνεννόηση με μια χούφτα άλλες μαχητικές συλλογικότητες, προκάλεσε επικρίσεις και αντιπαραθέσεις τόσο στο εσωτερικό της Ένωσης όσο κι από τα έξω, εκ «δεξιών» όσο κι εξ «αριστερών» (με τη συμβατική έννοια των όρων, και με όλη την αυξανόμενη αναξιοπιστία τους). Είμαστε υπερήφανοι, παρά ταύτα, για το ότι συμμετείχαμε στο άνοιγμα ενός δρόμου.
Στο σημείο που βρισκόμαστε τώρα, όλα τα νόμιμα μέσα δράσης μοιάζουν να έχουν υπερφαλαγγιστεί: και τα ελάχιστα εναπομένοντα ίχνη αστικής νομιμότητας έχουν πληγεί μετωπικά από την επίθεση των ίδιων των θεσμικών πρωταγωνιστών – όχι μόνο της κυβέρνησης αλλά και σύσσωμου του κοινοβουλευτικού σώματος, και των εκπροσώπων της δικαστικής εξουσίας (περιλαμβανομένων επιφανών συνταγματολόγων) που θα είχαν υπό κανονικές συνθήκες τον ρόλο φυλάκων της συνταγματικής τάξης. Όταν μια κυβέρνηση επιτίθεται με παρανοϊκό σαδισμό εναντίον μια μεγάλης μερίδας του πολιτικού σώματος —τουλάχιστον το 20% του πληθυσμού της, αν όχι το 50% που ήταν πριν από τους εξοντωτικούς εκβιασμούς— επειδή επιμένουν στο στοιχειωδέστερο των δικαιωμάτων, τον έλεγχο του ίδιου τού σώματός τους και την εξουσία να επιλέγουν το είδος των ιατρικών παρεμβάσεων που θα δεχθούν· όταν τα κόμματα της αντιπολίτευσης —τα οποία μάλιστα εξακολουθούν να διεκδικούν με θρασύτητα εύσημα «αριστεράς»— συναγωνίζονται μεταξύ τους και με την κυβέρνηση για το ποιος θα προτείνει το πιο ευφάνταστο βασανιστήριο στη στοχοποιημένη ομάδα του πληθυσμού, τα νέα «μιάσματα για το σώμα του λαού» (αιρετικούς, νέγρους εβραίους, εκφυλισμένους, παιδεραστές ή «ανεμβολίαστους» – οι ταυτότητες είναι απεριόριστα εναλλάξιμες)· όταν οι δικαιοδοτικοί θεσμοί σε όλα τα επίπεδα αποδέχονται ως συμβατές με τη συνταγματική τάξη πρακτικές οι οποίες δεν έχουν εφαρμοστεί ποτέ, σε καμία ευρωπαϊκή χώρα τους τελευταίους τέσσερις αιώνες εκτός από το ναζιστικό καθεστώς της περιόδου 1933-44 (και οι οποίες καταδικάστηκαν με αποτροπιασμό απ’ όλες τις διεθνείς συνθήκες εις μνήμην ακριβώς αυτής της φρικιαστικής εκτροπής), τότε κάθε μέσον νόμιμης δράσης έχει απενεργοποιηθεί. Απομένει ο ασυνθηκολόγητος αγώνας ενός κοινωνικού σώματος υπεράνω διακρίσεων φύλου, φυλής, εθνότητας, ηλικίας, ταξικής προέλευσης ή κοινωνικού status, μορφωτικού επιπέδου, πολιτικών ή θρησκευτικών πεποιθήσεων: ενός αδιαφοροποίητου κοινωνικού σώματος που καλείται να δράσει πλέον ως βιομάζα – όπως ακριβώς αντιμετωπίζεται από τους δυνάστες του.
Πολλαπλασιάζονται εν τω μεταξύ, όπως ήταν αναμενόμενο, οι πυρήνες διαμαρτυρίας και αντίστασης. Θαρραλέοι βιοεπιστήμονες και γιατροί, έντιμοι νομικοί, ασυνθηκολόγητοι καλλιτέχνες και διανοητές δυναμώνουν τις αρχικά μοναχικές φωνές τους· μέσα σε επαγγελματικούς κλάδους κι εργασιακά σωματεία πυκνώνουν αργά οι γραμμές των μαχόμενων τις ανατριχιαστικές συνθήκες επιτήρησης, παρά τις τερατώδεις προσπάθειες των κομματικά ελεγχόμενων συνδικάτων να τις καταστείλουν· ξεφυτρώνουν παντού σαν τα μανιτάρια κινηματικές συλλογικότητες, συσπειρωμένες γύρω από έντυπα, διαδικτυακές σελίδες ή αυτοδιαχειριζόμενους χώρους. Οι εξελίξεις ωστόσο τρέχουν με αδιανόητους ρυθμούς —εναντίον μας— και δεν έχουμε την πολυτέλεια του χρόνου. Αν οι πολυάριθμες εστίες που σιγοκαίνε παντού δεν γίνουν αστραπιαία μια τεράστια πυρκαγιά, η πραγματικότητα που θα ξημερώσει —η ολοκληρωτική μετάλλαξη του τεχνικοποιημένου καπιταλισμού— θα κάνει τους πιο ζοφερούς μας εφιάλτες να μοιάζουν ανώδυνες παιδικές φάρσες. Αν εδώ και δεκαετίες ρητορεύουμε περί «ετερότητας», «πολλαπλών ταυτοτήτων» και «ενότητας-μέσα-στη-διαφορά», τώρα έχουμε μια μοναδική ευκαιρία να δούμε τί σημαίνουν αυτά στην πράξη – και ίσως δεν θα μας δοθεί άλλη…
Γι’ αυτό και καλούμε
- όλους όσοι και όσες αγωνίζονται μέσ’ από επαγγελματικούς χώρους, να οργανώσουν δικά τους, ανεξάρτητα συνδικάτα και να επιδιώξουν το μέγιστο πολιτικό όπλο της διαρκούς, πεισματικής και ανυποχώρητης, γενικής απεργίας – το μόνο που μπορεί να λυγίσει τη δύναμη δικτατορικών κυβερνήσεων, όπως η ιστορία σχεδόν δύο αιώνων μάς έχει διδάξει·
- όλους όσοι και όσες, ατομικά είτε σε αυτοοργανωμένες συλλογικότητες, έχουν ή επιδιώκουν δυναμική παρέμβαση στον δημόσιο χώρο, να ενώσουν στον δρόμο τις δυνάμεις τους σε μια γενναιόδωρη συστράτευση υπεράνω περιχαρακωμένων ταυτοτήτων και κακοφορμισμένων σχισμάτων: φιλελεύθεροι δημοκράτες ή και συντηρητικοί δεξιοί με πίστη στους αστικούς θεσμούς· άνθρωποι με οιαδήποτε γνήσια και ειλικρινή θρησκευτική πίστη που έχουν αντιληφθεί την υποκρισία της οργανωμένης εκκλησίας ή του μουφτή· μέλη και οπαδοί των σοσιαλδημοκρατικών και πρώην-αριστερών κομμάτων που βλέπουν να ξεπουλιούνται κυνικά από τις ηγεσίες τους και να θυσιάζονται μαζικά στην πολιτική ανέλιξη (και ίσως πολύ πιο χυδαία συμφέροντα) εκείνων· μεμονωμένοι κοινωνικοί αγωνιστές ή οργανωμένοι σε σχήματα της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς η οποία έχει εμφανώς χάσει κάθε πυξίδα προσανατολισμού στην παρούσα ιστορική πραγματικότητα· άνεργοι, (νυν ή προοπτικοί) άστεγοι, περιθωριοποιημένοι για κάθε είδους ιδιαιτερότητα που θα έπρεπε να γνωρίζουν όσο κανένας άλλος τη βία του κοινωνικού αποκλεισμού αντιεξουσιαστές που θα όφειλαν να ζητούν δικαίωση όχι στην «καθαρότητα» των ιδεών τους αλλά στην έμπρακτη κοινωνική τους δραστικότητα – έχουν, και πρέπει να έχουν, όλοι θέση σε μια τέτοια συστράτευση, γιατί το διακύβευμα πλέον δεν είναι τίποτα λιγότερο από μια ζωή αξιοβίωτη·
- και ειδικότερα όλους όσοι και όσες εργάζονται στον κλάδο της υγείας, να δώσουν ξεκάθαρα στη δημοσιότητα τα όσα αποτρόπαια συμβαίνουν σήμερα στα νοσοκομεία και ν’ αρνηθούν να συνεχίσουν να εργάζονται με πιστοποιητικά υγειονομικών φρονημάτων. Όσοι και όσες ασκούν εναλλακτικές θεραπευτικές ή υφίστανται εκδικητικό αποκλεισμό από τα καθήκοντά τους, να σκεφτούν πώς μπορούν να οργανωθούν και να παράσχουν εθελούσια εξω-θεσμική θεραπευτική στήριξη στο πλήθος των συνανθρώπων που πάσχουν αβοήθητοι, όχι μόνο επειδή τα ακριβοπληρωμένα συστήματα υγείας είναι «ανεπαρκή», αλλά κι επειδή τα ίδια αυτά «συστήματα υγείας» λειτουργούν ως πρώτιστος μοχλός αναπαραγωγής και διάχυσης της νόσησης στο κοινωνικό σώμα – γιατί, όπως μία άλλη ιστορική εμπειρία μάς έχει διδάξει, εκείνος που στην κρίσιμη συγκυρία μπορεί να καλύψει τις ανάγκες στις οποίες το κράτος δεν θέλει ή δεν μπορεί ν’ ανταποκριθεί, αυτός προορίζεται να γίνει ο ιστορικός του αντικαταστάτης.
Ένας μόνο αυτόκλητος «συναγωνιστής» είναι ανεπιθύμητος: οι νεοφασιστικές και ρατσιστικές συμμορίες, ομοούσιες και ομογάλακτες της παρούσας κυβέρνησης, που εκμεταλλεύονται την ευκαιρία να διεισδύσουν ύπουλα στη δημόσια σφαίρα υιοθετώντας «αντισυστημικές» πόζες. Η επανειλημμένη εμφάνισή τους στους χώρους της κοινωνικής διαμαρτυρίας μαρτυρεί στην πραγματικότητα τον οργανικό ρόλο τους σε ένα νέο σχέδιο καταστολής, που δεν στηρίζεται μόνο στην ωμή βία: αρκεί το απλό παρόν τους για να κηλιδωθεί κάθε κινητοποίηση, δίνοντας άλλοθι στους οργανωμένους μηχανισμούς προπαγάνδας —και ειδικά στους αριστερόφωνους συνεργάτες του κατασταλτικού κρατικού μηχανισμού— να διασύρουν κάθε έκφραση λαϊκής οργής ως «συνομωσιολογική», «ακροδεξιά» ή και «σκοταδιστική» και να απονείμουν εύσημα «αντιφασισμού» σε μία κυβέρνηση κι ένα κοινοβουλευτικό σύστημα που τα χρειάζονται όσο τίποτε άλλο για να ποριστούν μια επίφαση νομιμότητας. Αυτό δεν πρέπει να μας πτοεί· θα πρέπει απέναντί τους να οργανωθεί χαλύβδινη περιφρούρηση ώστε ν’ απομονωθούν και να εκδιωχθούν με κάθε μέσον.
Εκείνο που έχει τη μεγαλύτερη αξία είναι αυτό που μπορούμε να κάνουμε όλοι στην καθημερινότητά μας για να υπερασπίσουμε την ανθρώπινη κοινότητα και αλληλεγγύη. Να αρνηθούμε σθεναρά να συνεχίσουμε την κοινωνική και επαγγελματική μας ζωή επιδεικνύοντας πιστοποιητικά νομιμοφροσύνης σε μια παρανοϊκή, παράνομη και σαδιστική εξουσία, εφαρμόζοντας οι ίδιοι τους συμφωνημένους κανόνες μη διάκρισης και αμοιβαίου ανθρώπινου σεβασμού. Πάνω απ’ όλα, να προχωρήσουμε στη δημιουργία εναλλακτικών δομών οργάνωσης της ζωής (σχολείων, υγειονομικής φροντίδας, παραγωγικών συνεταιρισμών, κλπ.), μιαν αληθινή κοινωνία μέσα την κοινωνία, αφήνοντας τους μηχανισμούς του ολοκληρωτικού κράτους να απομείνουν κούφιο κέλυφος.