ΠΟΛΙΤΗς

Εφιαλτικές μέρες και νύχτες για το Μάτι της Νέας Μάκρης.........................Ιστοσελίδα για κοινωνικό-πολιτικά ζητήματα....................Νοέμβριος 2018...

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

πολίτης //ουσιαστικό // κάτοικος πόλης που έχει πολιτικά δικαιώματα, ελεύθερος πολίτης |με γεν. |αντ. του ἰδιώτης |αντ. του ξένος 2. συμπολίτης |φρ. ἀγαθός πολίτης, χρηστὸς πολίτης, αντ. κακὸς πολίτης, πονηρὸς πολίτης |φρ. φύσει, γένει πολίτης=από τη γέννησή του ελεύθερος πολίτης |φρ.ποιῶ ή ποιοῦμαι τινά πολίτην=πολιτογραφώ, δίνω σε κπ. τα δικαιώματα ελεύθερου πολίτη Β. |το ουσ. ως επίθ. αυτός που ανήκει στην πόλη //Βασικό Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Μετάφραση [Translate]


Το περιστέρι της Ειρήνης, Pablo Picasso // για τον Άνθρωπο, την ειρήνη στον κόσμο, λέμε όχι στους πολέμους και στη βία από άνθρωπο σε άνθρωπο ...make love not war - κάντε έρωτα όχι πόλεμο....
Οι Λαϊκοί Αγώνες για μια ανθρώπινη κοινωνία σήμερα- αλλά και την απελευθέρωση της Χώρας μας από την τρόικα και το ΔΝΤ είναι συνέχεια του Εθνικό-απελευθερωτικού Αγώνα του 1821...αλλά και του 1940...

Τετάρτη 15 Ιουλίου 2020

«Εμείς απλά τον δείραμε πριν έναν μήνα. Δεν τον σκοτώσαμε»

O τίτλος είναι το επιχείρημα του Υπουργείου «Προστασίας του Πολίτη», ωμά και χωρίς πολιτικαντισμούς, στην υπόθεση του θανάτου του 27χρονου Βασίλη Μάγγου στον Βόλο. Το αν και σε τι βαθμό ισχύει αυτό το επιχείρημα θα το δείξουν οι σχετικές έρευνες. Είναι πιθανό μάλιστα, ο Χρυσοχoϊδης να έχει «δίκιο». Ο πατέρας του 27χρονου δήλωσε ότι ο ξυλοδαρμός του «δεν είναι η άμεση αιτία θανάτου του», αναφερόμενος στη συνέχεια σε έμμεσες συνέπειες από τα τραύματα. Σε αυτήν την περίπτωση, αρκεί για την Πολιτεία το «έτυχε να τον έχουμε δείρει»; Εκφράζει ένα «κράτος Δικαίου» που σέβεται δικαιώματα και ελευθερίες; Θα είναι μήπως, ακόμη χειρότερα, κάποια «δικαίωση» του Υπουργού και της σκληρής Δεξιάς που τον αποθεώνει και θέλει αίμα, με πανηγυρισμούς πάνω από ένα τραγικό γεγονός; Θαρρώ κι ελπίζω πως όχι.
του Θάνου Καμήλαλη
Ας δούμε πρώτα τα γεγονότα. Στις 13 Ιουνίου γίνεται μια μεγάλη κινητοποίηση στον Βόλο ενάντια στην καύση σκουπιδιών από την ΑΓΕΤ – Lafarge, σε εργοστάσιο που βρίσκεται περίπου 150 μέτρα μακριά από τα πρώτα σπίτια της πόλης. Ένα περιβαλλοντικό ζήτημα που ταλανίζει την τοπική κοινωνία εδώ και χρόνια, σε μια πόλη μάλιστα που σύμφωνα με πλήθος ερευνών (η τελευταία εδώ από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας), έχει τεράστιο πρόβλημα ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Η διαδήλωση πνίγεται στο χημικό και την καταστολή, χωρίς υποψία επεισοδίων, με αφορμή το ότι πολίτες προσπάθησαν να κρεμάσουν πανό έξω από το εργοστασία αλλά και μερικά μπαλόνια με χρώμα που άφηναν στον αέρα. Ναι μπαλόνια. Αναλυτικό ρεπορτάζ θα βρείτε εδώ, με πλήθος μαρτυριών και στοιχείων που δημοσίευσε το TPP.
Την επόμενη μέρα, πολίτες συγκεντρώνονται έξω από τα δικαστήρια της πόλης, σε αλληλεγγύη προς τους συλληφθέντες της προηγούμενης ημέρας. Το σχετικό βίντεο δείχνει, πέραν αμφιβολίας, τον (πρώτο μάλλον) ξυλοδαρμό του Β.Μάγγου, ξανά χωρίς να υπάρχουν οποιασδήποτε μορφής «επεισόδια» που να «δικαιολογούν» (συγγνώμη μιλάμε κάπως Χρυσοχοΐδεια εδώ) την χρήση βίας. Καταγγέλλεται ο βασανισμός του, ενώ η ιατρική διάγνωση κάνει λόγο για σπασμένα πλευρά, θλάση στο συκώτι και στη χοληδόχο κύστη. Ο 27χρονος περνάει 4 μέρες στο νοσοκομείο, ενώ στη συνέχεια ξεκινάει την αποθεραπεία του, που όπως αναφέρει «θα κρατήσει 2-3 μήνες», ενώ εκτός των άλλων, ο πατέρας του αναφέρει από τότε ότι «είχε υπογράψει μια σύμβαση για να δουλέψει, να μπορέσει να ζήσει, να έχει τη ζωή στα χέρια του και ήταν χαρούμενος γι’ αυτό».
Στις 14 Ιουλίου ο Βασίλης Μάγγος βρίσκεται νεκρός στο σπίτι του. Η εγκληματική ενέργεια αποκλείεται από την αστυνομία, ενώ τα αίτια παραμένουν άγνωστα, μέχρι να ολοκληρωθούν οι σχετικές έρευνες, με βασικό στοιχείο προφανώς το ιατροδικαστικό πόρισμα. Η είδηση προκαλεί αναστάτωση και σταδιακά γεμίζει το διαδίκτυο, σε ΜΜΕ και social media.  Η αναφορά σε μια είδηση που προκαλεί σωρεία ερωτημάτων, αλλά και στον ξυλοδαρμό του πριν από έναν μήνα δεν γίνεται, δεοντολογικά κιόλας, να μην υπάρχει, όσο κι αν αυτό ενοχλεί τον Υπουργό, ο οποίος βγάζει μία ανακοίνωση πρωτοφανούς χυδαιότητας.
Ενώ δεν υπάρχει καμία πολιτική αντίδραση από οποιoνδήποτε χώρο, το Υπουργείο ΠΡΟ.ΠΟ επιτίθεται υβριστικά σε «σε ιστοσελίδες και έντυπα που εκφράζουν ή πρόσκεινται στον ΣΥΡΙΖΑ και τον αντιεξουσιαστικό χώρο» γιατί λέει ότι «γίνεται προσπάθεια ή ακόμη χειρότερα συνδέεται ευθέως ο θάνατος με προ μηνός καταγγελία του για αστυνομική βία». Εντωμεταξύ, αφενός η είδηση παίζει πλέον στη συντριπτική πλειοψηφία των διαδικτυακών μέσων, αφετέρου, δεν πρόκειται περί «καταγγελίας για αστυνομική βία». Πρόκειται για καταγεγραμμένο, σε εικόνα και επίσημα έγγραφα νοσοκομείου, περιστατικό. Μάλιστα, σε τηλεοπτική του εμφάνιση στον ΣΚΑΙ, το πρωί της Τετάρτης, στον ΣΚΑΙ, ο Υπουργός παραδέχθηκε τελικά, υπό το βάρος των αντιδράσεων, ότι πρόκειται για περιστατικό, για «γεγονός» αστυνομικής βίας που «θα διερευνηθεί», εν μέσω της προσπάθειάς του να αποδείξει ότι «στοχοποιείται» εδώ και έναν χρόνο.
«Πρόκειται για αθλιότητα, ασύστολο ψέμα, ακόμη μία, ακόμη ένα. Είναι ανεύθυνοι και αδίστακτοι.Τα αίτια θανάτου θα αποδειχθούν από τη νεκροψία-νεκροτομή που έχει διαταχθεί»
Δεν ξέρω αν ο Υπουργός αποφάσισε να εκφράσει την πολιτική του βεντέτα με συγκεκριμένους χώρους ακόμα και τώρα. Δεν ξέρω αν το μένος του προς δημοσιεύματα και ΜΜΕ είναι ενόχληση από σειρά δημοσιογραφικών αποκαλύψεων για τη βία των υφισταμένων του, εδώ και έναν χρόνο, που τον εκθέτει, ξανά και ξανά, με βίντεο, φωτογραφίες και μαρτυρίες θυμάτων.
Αυτό πάντως που δεν κρύβεται είναι το τεράστιο θεσμικό σφάλμα, να εμφανίζεται το Υπουργείο βέβαιο για την ιατροδικαστική έκθεση του δεν έχει ακόμα γίνει. Χωρίς να μπαίνουμε σε θεωρίες περί συγκάλυψης, η αναφορά αυτή μεγαλώνει το έλλειμμα εμπιστοσύνης στους αρμόδιους επιστήμονες και τις εισαγγελικές αρχές, προκαλώντας ερωτηματικά. Μέχρι και παρέμβαση από το ΚΙΝΑΛ «κατάφερε» να πετύχει ο Υπουργός, το ίδιο κόμμα που λιγότερο από μία εβδομάδα πριν ψήφισε τον νόμο του για περιορισμό διαδηλώσεων, πανηγυρίζοντας για βελτιώσεις. Εξάλλου, διαχρονικά, είναι τέτοια η προστασία που παρέχει το κράτος σε αστυνομικούς που αυθαιρετούν και σακατεύουν, που μία τέτοια παρέμβαση μόνο καχυποψία προκαλεί σε μια μεγάλη μερίδα της κοινωνίας. Ακόμα και εάν όντως, τα σχετικά πορίσματα είναι άνευ παρεμβάσεων, η ρετσινιά της βιασύνης του Υπουργείου θα μείνει στην υπόθεση.
Ο πατέρας πάντως του 27χρονου, παρά το πένθος του, σίγουρα στάθηκε σε απείρως καλύτερο επίπεδο από τον Υπουργό, σε δήλωσή του στο Tvxs.gr. Αξίζει μάλλον να κρατήσουμε αυτό:
«Δεν λέμε ότι το παιδί μας πέθανε από τα τραύματα. Δεν λέμε πως αυτά ήταν η άμεση αιτία θανάτου του. Ξέρουμε όμως ότι αυτός ο ξυλοδαρμός, που είχαν πέσει δέκα πάνω του και του έσπασαν τα πλευρά, επηρέασε πολύ την ψυχολογία του. Αυτό δεν θα το δείξει καμία ιατροδικαστική έρευνα. Ο γιος μας λοιπόν δεν ήταν ένας Γρηγορόπουλος, δεν διεκδικούμε κάτι τέτοιο. Αλλά αγωνιζόταν ενάντια σε ένα αστυνομικό κράτος καταστολής. Δεν θέλουμε ένα κίνημα για το παιδί μας. Ένα κίνημα για την αστυνομική βία χρειαζόμαστε».
Μέσα σε όλη λοιπόν την αβεβαιότητα και εν μέσω πολλών ερωτημάτικών, οργής, διαμαρτυρίας και πολιτικής αντιπαράθεσης, γίνεται νομίζω σαφές ότι έχουμε μία υπόθεση που, στη δημόσια σφαίρα, θα μείνει ως ζήτημα «ερμηνείας». Κάποιοι θα φωνάζουν «fake news», προσπαθώντας να ξεπλύνουν όλη την αστυνομική αυθαιρεσία, προηγούμενη και επόμενη, καθώς και την τεκμηριωμένη, άγρια αστυνομική βία του προ ενός μήνα περιστατικού. Άλλοι θα φωνάζουν «συγκάλυψη» και «δολοφονία». Υποθέτω επίσης, ότι αυτή η αντιπαράθεση θα παραμείνει και θα επανέρχεται, ανάλογα με τις εξελίξεις και επόμενες υποθέσεις.
Πριν από όλα αυτά όμως, αξίζει να κάνουμε ένα βήμα πίσω και να δούμε τα βασικά. Πόσους, ακόμα και μέσα στο κυβερνών κόμμα, εκπροσώπους αυτού του περιβόητου «φιλελευθερισμού», καλύπτει το «Εμείς απλά δείραμε, δεν σκοτώσαμε» ή το «έναν μήνα πριν έγινε, πώς κανετε έτσι»; Μας ενδιαφέρει να μην υπάρξει μια επόμενη υπόθεση, όπου η σύνδεση αστυνομικής βίας και τραγικού γεγονότος θα είναι περισσότερο άμεση;  Μας ενδιαφέρει το ότι έχουμε περάσει έναν χρόνο με σωρεία αδιάψευστων στοιχείων σε αλλεπάλληλες υποθέσεις, που λένε ότι διολισθαίνουμε σε ένα τέτοιο σημέιο και πλέον μπαίνει ο παράγοντας «τύχη» συχνά πυκνά, την ώρα που ο (αν)αρμόδιος Υπουργός και η κυβέρνησή του αρνούνται εμμονικά τα πάντα, δείχνοντας επικίνδυνη, αντιθεσμική και αντιδημοκρατική εν τέλει, ανοχή και στήριξη;
Μας ενδιαφέρει η προκλητική και εκτός ορίων ασυδοσία που απολαμβάνουν δήθεν όργανα της «Τάξης»; Άτομα που νιώθουν ότι έχουν το ελέυθερο να τραμπουκίζουν επανειλημμένα, να συλλαμβάνουν στο σωρό κατά τη διάρκεια «ταραχών» και εισβάλλουν ακόμα και σε μπαρ, στρεφόμενα κατά θαμώνων; Όπως έγινε την Παρασκευή 3 Ιουλίου, στα Εξάρχεια, τον κλασικό στόχο ενός πρωτοφανούς επικοινωνιακού πολέμου, με πραγματικά όμως αθώα θύματα τους κατοίκους.
Ή να εισβάλλουν σε σπίτι, μέρα μεσημέρι, δέρνοντας τους ιδιοκτήτες, όπως έγινε με την οικογένεια Ινδαρε; Η να σέρνουν στα δικαστήρια αθώους ανθρώπους, απλά για να λέει ο Υπουργός ότι «έγιναν συλλήψεις», όπως συνέβη με τους δύο φοιτητές έξω από την ΑΣΟΕΕ που αθωώθηκαν πανηγυρικά και με τα παιδιά των οποίων ο ξυλοδαρμός τεκμηριώνεται με βίντεο το βράδυ της 17ης Νοεμβρίου, αλλά παραμένουν κατηγορούμενα ακόμα και σήμερα; Ή τα μηχανάκια της ομάδας «ΔΡΑΣΗ», πρώην «Δέλτα», που επανήλθαν δριμύτερα την περασμένη Πέμπτη; Ή, ολόκληρο υπουργείο σε προηγούμενη κατάπτυστη ανακοίνωση, να συκοφαντεί κρατούμενο, που μάλιστα βρίσκεται σε απεργία πείνας και να μαζεύει αναφορά σε «καλασνικοφ» μετά από αγωγή που δέχθηκε από την πλευρά του Βασίλη Δημάκη;
Αυτή η καταστολή και η ασυδοσία είναι κεντρική πολιτική επιλογή. Το έχουμε καταλάβει και παρακολουθήσει πολύ καλά και από πολύ κοντά.O Kωνσταντίνος, θύμα των αστυνομικών επιθέσεων πριν 10 περίπου μέρες στα μαγαζιά των Εξαρχείων, ξεκίνησε στο facebook το κείμενό του γράφοντας «ούτε ο πρώτος και δυστυχώς ούτε και ο τελευταίος». Έχουμε δύστυχώς κάθε διαθέσιμο στοιχείο για να πιστεύουμε την πρόβλεψή του και να αναρωτιόμαστε «μετά ποιος»;
Το κείμενο ξεκίνησε με το πιθανό σενάριο όπου το πόρισμα δεν θα διαπιστώσει άμεση σχέση ξυλοδαρμού με θάνατο και θα ολοκληρωθεί έτσι. «Δέρνουμε, βασανίζουμε, τραμπουκίζουμε, εισβάλλουμε, συλλαμβάνουμε και προσάγουμε αναίτια, αλλά δεν σκοτώσαμε» θα ναι, πίσω πάντα από το περιτύλιγμα, η κομματική γραμμή. Ακόμα. Μπράβο, «πάλι καλά» και συγχαρητήρια στον Υπουργό. Προστατεύει τους Πολίτες…

Τετάρτη 1 Ιουλίου 2020

Το πιο επικίνδυνο νομοσχέδιο της Μεταπολίτευσης

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη ετοιμάζεται να περάσει από τη Βουλή το πιο επικίνδυνο νομοσχέδιο της Μεταπολίτευσης: Έναν νόμο «εκσυχρονισμού» του «πλαισίου των συναθροίσεων» που καθιστά οποιαδήποτε διαδήλωση δυνητικά «απαγορευμένη», καθώς θέτει το δικαίωμα του συνέρχεσθαι στα χέρια της αστυνομίας, δίνοντας της παράλληλα υπερεξουσίες μέσω της προκλητικής αοριστολογίας αλλά και των χουντικής έμπνευσης υποχρεώσεων των διαδηλωτών. Αυτή η επίθεση δεν αφορά μόνο την Αριστερά, αλλά κάθε δημοκρατικά σκεπτόμενο πολίτη της χώρας. Παράλληλα, δημιουργείται και η αστυνομική «Διεύθυνση Πρόληψης Βίας», που ανάμεσα σε ευγενείς ομολογουμένως σκοπούς, βάζει στόχαστρό της τη «ριζοσπαστικοποίηση»…
φωτό:  George Vitsaras / SOOC

του Θάνου Καμήλαλη
Θα πρέπει να γίνει σαφές ότι το νομοσχέδιο δεν αφορά μόνο «μπαχαλάκηδες» ή τους «αριστερούς που μονίμως διαμαρτύρονται και κλείνουν το κέντρο». Δυνητικά και στις κατάλληλες συνθήκες, αφορά όποιον πολίτη θελήσει να διαμαρτυρηθεί δημοκρατικά για κυβερνητικές αποφάσεις, ή έστω, όποιον πολίτη σέβεται το αξίωμα που αποδίδεται (λανθασμένα) στον Βολταίρο για το «διαφωνώ με αυτό που λες αλλά θα υπερασπιστώ το δικαίωμα του να το λες».
Στη θεωρία, το νομοσχέδιο για τις διαδηλώσεις πατάει πάνω στο άρθρο 11 του Συντάγματος, που ορίζει ότι «υπαίθριες συναθροίσεις μπορούν να απαγορευτούν με αιτιολογημένη απόφαση της αστυνομικής αρχής, γενικά, αν εξαιτίας τους επίκειται σοβαρός κίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια, σε ορισμένη δε περιοχή, αν απειλείται σοβαρή διατάραξη της κοινωνικοοικονομικής ζωής, όπως νόμος ορίζει». Ωστόσο, το ζήτημα σε τέτοιες περιπτώσεις είναι το πώς, ένα συνταγματικό δικαίωμα καταγράφεται και ερμηνεύεται στους εκτελεστικούς νόμους που το αφορούν. Σε άρθρο τους στις αρχές Μαρτίου, όταν το σχέδιο για το νέο νόμο είχε βγει στη δημοσιότητα, ο πρόεδρος της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, Χριστόφορος Σεβαστίδης, και η πρόεδρος Πρωτοδικών, Ιωάννα Ξυλιά, εξήγησαν το πώς καταστρατηγούνται στην πράξη τέτοια δικαιώματα, χωρίς να παραβιάζεται ευθέως το Σύνταγμα:
«Η συνταγή είναι παλιά. Όταν το κράτος θέλει να ενταφιάσει ένα συνταγματικό δικαίωμα δεν το κάνει ευθέως, αφενός διότι εμποδίζεται από τη δυσκίνητη διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης, αφετέρου διότι προκαλεί ανεξέλεγκτες κοινωνικές αντιδράσεις. Έχει όμως άλλα όπλα περισσότερο αποτελεσματικά. Εκδίδει εκτελεστικούς νόμους του Συντάγματος, οι οποίοι περιορίζουν τόσο ασφυκτικά μια συνταγματική διάταξη ώστε απομένει το κουφάρι της αποστεωμένο και κενό από κάθε ουσία. Κατά μία περίεργη σύμπτωση τα συνταγματικά δικαιώματα που μπαίνουν στη μέγκενη των εκτελεστικών νόμων είναι τα δικαιώματα συλλογικής δράσης (π.χ. το δικαίωμα της απεργίας)».
Στην πράξη, λοιπόν και μαζί με το πρόσχημα της «ασφάλειας» των «καταστηματαρχών που υποφέρουν από τις συγκεντρώσεις» και των «οδηγών που εγκλωβίζονται στην κίνηση του κέντρου», το νομοσχέδιο αντιγράφει τα χουντικά διατάγματα που πρακτικά παρέμεναν σε αχρησία επί 40 χρόνια και θέτει κάθε κινητοποίηση υπό τον πλήρη έλεγχο της αστυνομίας. Η ανισομέρεια στις ευθύνες, υποχρεώσεις και λογοδοσία είναι προκλητικά αντιδημοκρατική. Οι αστυνομικές αρχές θα αποφασίζουν, με ασαφή κριτήρια, για το πότε μπορεί μια διαδήλωση να θεωρηθεί απαγορευμένη, με επίκληση στη «δημόσια ασφάλεια και τον κίνδυνο αξιόποινων πράξεων», αλλά και εάν «πιθανολογείται ότι η διεξαγωγή της θα διαταράξει την κοινωνικοοικονομική ζωή της περιοχής». Τα δύο κριτήρια που αναφέρονται μεν στο Σύνταγμα, αλλά η κυβέρνηση Μητσοτάκη αρνείται να εξειδικεύσει και να ερμηνεύσει, τεράστιο σφάλμα για ένα τόσο σοβαρό ζήτημα (μάλιστα αυτό το «πιθανολογείται» προκαλεί μόνο θυμηδία).
Για τις αποφάσεις της μάλιστα, η αστυνομία δεν οφείλει να λαμβάνει τη σύμφωνη γνώμη εισαγγελικής αρχής, όπως ακριβώς προβλεπόταν και στη χούντα, αλλά απλά οφείλει να «ενημερώνει». Επίσης, μπορεί ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια μίας κινητοποίησης να διαπιστώσει «κίνδυνο αξιόποινων πράξεων» και να απαιτήσει, λογικά με κάθε τρόπο, τη διάλυσή της.
Από την άλλη πλευρά, οι διαδηλωτές αναλαμβάνουν ένα σωρό υποχρεώσεις και κινδύνους. Ορίζεται, ή μάλλον παραμένει όπως και στη χούντα, ο «οργανωτής» διαδηλωτής, που συνεργάζεται απόλυτα με τις αστυνομικές αρχές, οφείλει να απομακρύνει άτομα μετά από τις εντολές των ΜΑΤ και παράλληλα, αναλαμβάνει αστικές και ποινικές ευθύνες σε περίπτωση επεισοδίων. Οι διαδηλωτές οφείλουν να γνωστοποιούν στην αστυνομία την πρόθεσή τους για κινητοποίηση, το πώς θα κινηθούν κλπ, ενώ σε περίπτωση που δεν το κάνουν, ξανά, η αστυνομία μπορεί να απαγορεύσει τη συγκέντρωση. Σχετικά με τον οργανωτή, οι δύο νομικοί, Σεβαστίδης και Ξυλιά, σημειώνουν:
«Ο “οργανωτής” πέρα από τα καθήκοντα γνωστοποίησης της συνάθροισης στις αρμόδιες αρχές επιφορτίζεται με το καθήκον ενημέρωσης των συμμετεχόντων για την υποχρέωσή τους να μη φέρουν και να μη χρησιμοποιούν αντικείμενα πρόσφορα για άσκηση βίας, ζητεί την παρέμβαση της αρμόδιας αρχής για την απομάκρυνση τέτοιων ατόμων και ορίζει ομάδα περιφρούρησης της συνάθροισης. Ανατίθενται πλέον στον “οργανωτή” καθήκοντα αστυνομικής φύσης, ορίζεται συνεργάτης της αρμόδιας αστυνομικής ή λιμενικής αρχής με υποχρέωση συμμόρφωσης με τις υποδείξεις τους. Οι συναθροίσεις φέρουν πλέον εκ των προτέρων το στίγμα της εν δυνάμει παράνομης κινητοποίησης, την υποψία της διάπραξης αξιόποινων πράξεων. Ο “οργανωτής” και κατ’ επέκταση η συνάθροιση μπαίνει στον ασφυκτικό κλοιό του προληπτικού αστυνομικού ελέγχου και το πλάνο της συνάθροισης ουσιαστικά υποδεικνύεται από τις αστυνομικές αρχές. Την ίδια στιγμή οι κυρώσεις που απειλούνται για τον “αμελή” οργανωτή είναι εξοντωτικές: Ευθύνεται για την αποζημίωση όσων υπέστησαν βλάβη της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας και της ιδιοκτησίας από τους συμμετέχοντες στη συνάθροιση.»
Φυσικά, το χειρότερο απ’όλα είναι το ιδιώνυμο αδίκημα, της συμμετοχής σε «παράνομες διαδηλώσεις«, με τις ποινές για όσους «μετέχουν σε δημόσια υπαίθρια συνάθροιση, η οποία έχει απαγορευθεί νόμιμα με απόφαση της αρμόδιας αστυνομικής αρχής», που φτάνουν μέχρι και ένα έτος. Για «αξιόποινες πράξεις» οι ποινές φτάνουν μέχρι και τα 2 χρόνια φυλάκισης.
Η κυβέρνηση και διάφοροι «φιλελεύθεροι» φερετζέδες της, υποστηρίζουν ότι το σχέδιο βασίζεται σε προτάσεις που είχαν υποβληθεί από το 2012 και παρουσίασε ο τότε δήμαρχος Αθηναίων, Γιώργος Καμίνης, ύστερα από εργασία Επιτροπής στην οποία μετείχαν μεταξύ άλλων οι καθηγητές Συνταγματικού Δικαίου, Αλιβιζάτος και Μανιτάκης. Ο Νίκος Αλιβιζάτος μάλιστα, που επί μήνες έχει αναλάβει τον ρόλο του δημοκρατικού πλυντηρίου στις πρακτικές της αστυνομίας επί Χρυσοχοϊδη, έστειλε και επιστολή στην «Εφημερίδα των Συντακτών» για να διαμαρτυρηθεί για ένα ρεπορτάζ του Τάσου Κωστόπουλου. Ξέχασε πάντως να μας πει πού είναι εκείνο το πόρισμα της περίφημης Επιτροπής του, από την οποία απείλησε κάποια στιγμή με παραίτηση και παραμένει κρυμμένο στα συρτάρια του Χρυσοχοϊδη, από τις αρχές Μαϊου.
Μια ματιά στο τότε σχέδιο αποδεικνύει ότι το σημερινό νομοσχέδιο είναι κατά πολύ αυστηρότερο, με τον διάβολο να κρύβεται στις λεπτομέρειες. Για παράδειγμα, το τότε σχέδιο έλεγε ότι σε περίπτωση «απειλής διατάραξης κοινωνικοοικονομικής ζωής» η αστυνομία οφείλει να υποδείξει άλλον χώρο για τη διεξαγωγή. Στο σημερινό σχέδιο το «οφείλει» έχει αντικατασταθεί με το «δύναται». Το ιδιώνυμο της συμμετοχής σε «απαγορευμένη διαδήλωση» δεν υπήρχε, υπήρχε «μόνο» ποινή για όποιον δεν συμμορφώνεται προς τις υποδείξεις του «οργανωτή» ή τους περιορισμούς της παριστάμενης αστυνομικής αρχής, κατά τη διάρκεια της συγκέντρωσης.
Ο αρμόδιος Αστυνομικός Διευθυντής, με το σχέδιο του 2012, πριν αποφασίσει απαγόρευση συγκέντρωσης, θα έπρεπε να είχε τη σύμφωνη γνώμη του οικείου Προέδρου Πρωτοδικών. Τώρα πρέπει απλά να «ενημερώσει». Συν τοις άλλοις, ακόμα και στα χουντικά διατάγματα η αστυνομία υποχρέωνε να ενημερώσει τους διοργανωτές για την απαγόρευση, τουλάχιστον οχτώ ώρες νωρίτερα. Στο νόμο Χρυσοχοϊδη υπάρχει απλά το «εγκαίρως». Ενώ μια διάταξη του σχεδίου του 2012 που (φυσικά) εξαφανίστηκε επί Μητσοτάκη – Χρυσοχοϊδη είναι αυτή που απαγόρευσε τη ρήψη χημικών από τις αστυνομικές δυνάμεις σε διαδηλωτές.
Γενικά, ενώ σύμφωνα με την κυβέρνηση το νομοσχέδιο «δημιουργεί ένα σύγχρονο πλαίσιο» και «καλύπτει ένα υπαρκτό κενό στην προστασία των ατομικών και κοινωνικών ελευθεριών» δεν αναφέρει τίποτα για το πιο βασικό πρόβλημα στις δημόσιες συναθροίσεις, την αστυνομική βία και αυθαιρεσία. Δεν ασχολείται, για παράδειγμα, με τη δημιουργία ενός σώματος ελέγχου αστυνομικών μετά από καταγγελίες, αφήνοντας το ζήτημα στο ανέκδοτο των εσωτερικών ΕΔΕ και στις συστάσεις του Συνηγόρου του Πολίτη. Το χρόνιο αίτημα να έχουν διακριτικά στις στολές τους οι αστυνομικοί των ΜΑΤ, ώστε να μπορούν να ταυτοποιηθούν, παραμένει στα χαρτιά και καμία κυβέρνηση δεν το έχει επιβάλει.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, με το ίδιο νομοσχέδιο συστήνεται η «Διεύθυνση Πρόληψης Βίας» στην ΕΛ.ΑΣ, ένα τμήμα που μεταξύ άλλων (ενδοοικογενειακή, έμφυλη βία κλπ) θα ασχολείται και με το «πρόβλημα» της «ριζοσπαστικοποίησης». Πώς μπορεί να οριστεί αυτό στην πράξη; Δεν μπορεί. Τι θα μπορεί δυνητικά αυτό να σημαίνει για τον δημόσιο λόγο, την πολιτική δράση, τις παρακολουθήσεις (γιατί έχουν καταγραφεί τέτοιες, πολύ τεκμηριωμένα), τους κατοίκους στιγματισμένων περιοχών, όπως τα Εξάρχεια; Άγνωστο, είπαμε, όλα στα χέρια της αστυνομίας, αλλά με ξεκάθαρη την πολιτική στόχευση. Να θυμίσουμε ότι ζούμε στη χώρα που οι διώξεις για τις δράσεις ενάντια σε πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας, γίνονται από το «Τμήμα Προστασίας του Πολιτεύματος»…
Όλες αυτές οι αντιδημοκρατικές υπερεξουσίες που θα απολαμβάνει η κυβέρνηση, μέσω της αστυνομίας κάνουν το συγκεκριμένο νομοσχέδιο να είναι το πιο επικίνδυνο στη Μεταπολίτευση. Προφανώς, δεν θα απαγορευθούν διαδηλώσεις την επόμενη μέρα, ίσως μάλιστα οι συγκεκριμένες διατάξεις περί «οργανωτή» κ.α. να μείνουν στα χαρτιά για ένα ορισμένο διάστημα. Άλλωστε, σε μια περίοδο σχετικής κοινωνικής «ηρεμίας»,κάτι τέτοιο θα ήταν πολιτικά αυτοκτονικό. Ωστόσο, κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει το γεγονός ότι το οπλοστάσιο της καταστολής πολλαπλασιάζεται. Ζούμε σε μια περίεργη «κανονικότητα»: Έχουμε κινητοποιήσεις, αλλά όχι κάποιο ογκώδες κίνημα οργής, όπως οι «Αγανακτισμένοι», τα «Κίτρινα Γιλέκα» στη Γαλλία ή το τεράστιο κύμα διαδηλώσεων στη Χιλή. Πώς θα αξιοποιηθεί αυτό το οπλοστάσιο αν η κυβέρνηση Μητσοτάκη αντιμετωπίσει μια τέτοια κρίση, για την οποία, όπως έχει αποδειχθεί στο παρελθόν, αρκεί απλά μία «σπίθα» ή ένα συγκεκριμένο τραγικό γεγονός; Μία κρίση που, δεδομένων των σφοδρών επιπτώσεων της πανδημίας στην οικονομία, δεν θα μπορούσε να αποκλείσει κανένας. Με τον τρόπο που πολλοί καταλαβαίνουμε.
Θα ήταν, επομένως, τουλάχιστον αφελές να πιστέψουμε ότι «δεν είναι αυτό που νομίζετε». Όχι, είναι ακριβώς αυτό που νομίζουμε, αυτό που φαίνεται, αυτό που κάποια στιγμή, σύντομα ή στο μέλλον, θα το βρούμε έμπρακτα μπροστά μας, σίγουρα περισσότεροι από όσους φωνάζουμε σήμερα. Είναι οι θωράκιση ενός ολόκληρου συστήματος εξουσίας, που νιώθει παντοδύναμο και περιστέλλει, προληπτικά προς το παρόν, δημοκρατικά δικαιώματα, για μια ώρα ανάγκης.